Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009

Ο τελευταίος εκδότης...


Εφυγε σήμερα το πρωϊ ο Χρήστος Λαμπράκης, ο τελευταίος παραδοσιακός μεγάλος εκδότης. Σε όσους έτυχε να τον γνωρίσουν, είτε στις εκδοτικές προσπάθειές του, είτε στο μεγάλο του όνειρο που έγινε πραγματικότητα, στο Μέγαρο Μουσικής, έχουν να μιλούν για έναν καλλιεργημένο άνθρωπο, υψηλού επιπέδου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι μιλούσε και στον τελευταίο άνθρωπο που συναντούσε στον πληθυντικό, ότι συμπεριφερόταν ως τζέντλεμαν δίνοντας τη σειρά του στον πιο ασήμαντο υπάλληλό του και πως είχε ένα μεγάλο πολύ χαρακτηριστικό γνώρισμα όσων πέτυχαν τελικά στη ζωή τους. Ήξερε να ακούει και άφηνε τους συνεργάτες του να μιλούν πριν εκείνος τελικά αποφασίσει.
Ο Χρήστος Λαμπράκης ήταν ο τελευταίος μεγάλος εκδότης, παραδοσιακός, δίχως δουλειές εκτός εκδόσεων, αλλά και με ισχυρή παρέμβαση στα πολιτικά και δημοσιογραφικά πράγματα της χώρας. Με αμφιλεγόμενες επιλογές, που σηκώνουν συζήτηση, το σίγουρο είναι ότι με τη διαδρομή της οικογένειάς του, από το 1922 μέχρι σήμερα, χάραξε, σχεδίασε και πρωτοπόρησε στα εκδοτικά πράγματα της Ελλάδας, σε καιρούς δύσκολους και διαφορετικούς. Το γεγονός ότι δεν αφήνει διάδοχο με το όνομά του, είναι ούτως ή άλλως χαρακτηριστικό της απώλειάς του, ανεξάρτητα από τη φυσική διαδοχή του ΔΟΛ. Λαμπράκης δεν θα υπάρξει την επόμενη μέρα και το τέλος μιας εκδοτικής ιστορίας 87 ετών, με καλά και άσχημα, σωστά και λάθη, ήρθε σήμερα, στις 21 Δεκεμβρίου 2009...

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2009

Η ζωή που δεν έζησε...



Κανείς ακόμα δεν ρωτάει ή δεν αναρωτιέται πώς ένας πολιτικός που, κατά δήλωσή του, κοιτούσε 15 χρόνια τα ντουβάρια του σπιτιού του, κατάφερε να επανέλθει στην πολιτική, στο προσκήνιο, στο υπουργικό συμβούλιο. Και όχι μόνο αυτό αλλά και να κερδίσει την ηγεσία ενός κόμματος το οποίο, πριν από 16 χρόνια, έριξε από την εξουσία - όπως τον κατηγορεί το Μητσοτακέικο.
Ουδείς μέχρι σήμερα κατάφερε να αναλύσει σοβαρά και αξιόπιστα αυτό το κατόρθωμα, που είναι μάλλον ιδιαίτερα απλό. Για την ψυχή του μέσου Νεοδημοκράτη, ο Σαμαράς δεν ήταν ένας «προδότης», ένας «αποστάτης», ένας «αλήτης» που έριξε την κυβέρνησή του. Για την ψυχή του μέσου Νεοδημοκράτη ήταν «το παιδί» που σηκώθηκε και έφυγε για τις ιδέες του (στραβές ή σωστές, εθνικές ή μη, εθνικιστικές ή όχι, πάντως ιδέες του) από τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, του σημαντικότερου δελφίνου του κόμματός του, αλλά και από τη Βουλή. 
Ήταν εκείνος που πάλεψε με το κόμμα που μετά δημιούργησε, που έκανε όσα πίστεψε κόντρα στα politically corect όλων των εποχών (πρόταση για Στεφανόπουλο στην Προεδρία), που δεν θέλησε να «παίξει» την... πολυκατοικία σαν τον Καρατζαφέρη, που ναι μεν είναι αλλού αλλά θέλει να το παίζει και εντός, που δεν πήγε στο ΠΑΣΟΚ όταν έκλεισε το κόμμα του, ούτε παρακάλεσε για να γυρίσει, ούτε συγνώμη ζήτησε, ούτε τον Μητσοτάκη άρχισε να γλείφει. Για την ψυχή του μέσου Νεοδημοκράτη, ο Σαμαράς είναι ο ΜΟΝΟΣ μεταπολιτευτικά που είπε το αυτονόητο: «Δεν ντρέπομαι που είμαι δεξιός και το δηλώνω». Σε μια κοινωνία που για 30 χρόνια το Δεξιός είναι συνώνυμο του δωσίλογου, του βασανιστή, του αντιδημοκράτη, του χουντικού, του, του, του, ο Σαμαράς ήταν ο πρώτος που βγήκε και μίλησε έτσι. Οι αμαρτίες γονέων δεν θα παιδεύουν πια τα παιδιά της Δεξιάς.
Όπως παλιότερα ήταν και ο πρώτος που είχε μιλήσει δημοσίως για τους «νταβατζήδες» των ΜΜΕ - και μετά τον έφαγε το μαύρο σκοτάδι. Και τελικά, δεν θυμάμαι και πολλούς, μην σας πω κανέναν, που αποφάσισαν να παραιτηθούν από τη θεσούλα τους στη Βουλή ή τη θεσάρα τους σε κάποιο υπουργείο, επειδή αλλιώς έπρεπε να πάνε κόντρα στα πιστεύω τους.
Τα 15 χρόνια στα ντουβάρια, για τον Σαμαρά έγιναν ο καθρέπτης από τον οποίο οι Νεοδημοκράτες - πλην των καρεκλοκένταυρων της κάθε εξουσίας που τσίνισαν επειδή το 1993 την έχασαν -, τον είδαν στην πραγματική του διάσταση.
Στο κάτω - κάτω της γραφής, κάποιος που έριξε τον Μητσοτάκη (και την κυβέρνηση του 1993 αν θυμάστε καλά), μάλλον ως... εθνικός ήρωας θα έπρεπε να χαρακτηριστεί.